ΣTO στόχαστρο της εφορίας μπαίνουν οι επιτηδευματίες οι οποίοι τηρούν αθεώρητα στοιχεία. Το Υπουργείο Οικονομικών έχει επιστήσει την προσοχή των ΔΟΥ ότι λόγω ίσης μεταχείρισης με τους επιτηδευματίες οι οποίοι τηρούν θεωρημένα στοιχεία, θα πρέπει και όσοι εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες της νομοθεσίας για έκδοση αθεώρητων στοιχείων να ερευνάται αν είναι συνεπείς ή όχι στις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Ακόμη περισσότερο δε, καθώς τυγχάνουν του προνομίου του αυτοελέγχου (στο τέλος του πέμπτου μήνα κάθε νέου διαχειριστικού έτους.
Μάλιστα, στην περίπτωση που δεν είναι συνεπείς, τους παρέχεται η ευχέρεια να τακτοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους αυτές με κάθε νόμιμο τρόπο το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου –έκτου– μήνα χωρίς καμία συνέπεια).
Η οδηγία αυτή δόθηκε καθώς έχει διαπιστωθεί ότι κατηγορίες επιτηδευματιών από συγκεκριμένους κλάδους, ειδικά δε εκείνων οι οποίοι εκδίδουν αποδείξεις με τις οποίες παρέχονται εκπτώσεις από το φορολογητέο εισόδημα (π.χ. επισκευές σε κατοικίες), υποπίπτουν σε παρατυπίες προκειμένου να "διορθωθούν" στρεβλώσεις οι οποίες συνιστούν φοροδιαφυγή. Σημειώνεται ότι στο μέτρο έκδοσης αθεώρητων στοιχείων μπορούν να ενταχθούν το Δημόσιο, οι δήμοι, οι κοινότητες και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου για όλα τα φορολογικά στοιχεία και οι επιτηδευματίες οι οποίοι κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο είχαν αθροιστικά προϋποθέσεις ανάλογα με τα ακαθάριστα έσοδα ή τον μέσο όρο προσωπικό για όλα τα φορολογικά στοιχεία πλην εξαιρέσεων (π.χ. εισιτήρια θεαμάτων, κέντρων διασκέδασης και μεταφοράς προσώπων με πλοία (εκτός αν λειτουργεί Ηλεκτρονικό Σύστημα Κράτησης Θέσεων και έκδοσης εισιτηρίων, δελτία παραγγελίας εστιατορίων και λοιπών συναφών επιχειρήσεων κ.λπ.). Επίσης, οι μεταφορείς για τις φορτωτικές, τις αποδείξεις μεταφοράς και τα διορθωτικά σημειώματα, εφόσον τηρούν υποχρεωτικά ή προαιρετικά ημερολόγιο μεταφοράς, τα ΚΤΕΛ για αποδείξεις μεταφοράς κ.λπ.
Όπως επισημαίνεται από το Υπουργείο Οικονομικών, σχετικά με τον αυτοέλεγχο των επιτηδευματιών που εντάσσονται στο μέτρο έκδοσης αθεώρητων στοιχείων (ΑΥΟΟ ΠΟΛ. 1083/2003), όσον αφορά την εκπλήρωση των φορολογικών τους μόνον υποχρεώσεων που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 8 του ΚΒΣ (Π.Δ. 186/1992) και τις ενέργειες των ΔΟΥ για τη διαπίστωση της εκπλήρωσης ή μη των υποχρεώσεων αυτών, από τους ανωτέρω επιτηδευματίες: οι διατάξεις της ΠΟΛ. 1083/2003 προβλέπουν τον αυτοέλεγχο των επιτηδευματιών αυτών στο τέλος του πέμπτου μήνα κάθε νέου διαχειριστικού έτους. Στην περίπτωση που δεν είναι συνεπείς, τους παρέχεται η ευχέρεια να τακτοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους αυτές με κάθε νόμιμο τρόπο το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα (έκτου μήνα) χωρίς καμία συνέπεια. Εφόσον δεν τακτοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους μέσα στο προαναφερόμενο «χαριστικό» διάστημα και εξακολουθεί η ύπαρξη αυτών και μετά την 1η του έβδομου μήνα, θεωρείται ότι οι επιτηδευματίες αυτοί είναι εκτός εφαρμογής των σχετικών αποφάσεων με συνέπεια τυχόν στοιχεία που εκδίδουν από την ημερομηνία αυτή και μετά να λογίζονται ως αθεώρητα.
Οι ανωτέρω ρυθμίσεις για τον αυτοέλεγχο των επιτηδευματιών στοχεύουν στην απλοποίηση των διαδικασιών για τους υπόχρεους, στη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του φορολογικού συστήματος και του αντιπαραγωγικού χρόνου των επιχειρήσεων.
Οι επιτηδευματίες που θεωρούν τα στοιχεία τους μέσω των ΔΟΥ (κλασικός τρόπος) ελέγχονται και για τα ασφαλιστικά τους χρέη ή τις οφειλές τους προς τα Επιμελητήρια, κάθε φορά που προσέρχονται για θεώρηση, μη δυνάμενοι να θεωρήσουν στοιχεία, όταν δεν είναι συνεπείς, κατ'Α ουσίαν δηλαδή μη δυνάμενοι να συνεχίσουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα, εκτός εάν τακτοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους αυτές τη δεδομένη χρονική στιγμή. Eτσι, τονίζεται από το υπουργείο πως οι επιτηδευματίες που εντάσσονται στο μέτρο έκδοσης στοιχείων με βάση τις διατάξεις της ΠΟΛ. 1083/2003, τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχείρισης όσον αφορά τον έλεγχο των σχετικών υποχρεώσεών τους, αφού ο έλεγχος αυτός ενεργείται από τους ίδιους μόνο για τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, μία φορά ανά διαχειριστική περίοδο και μάλιστα ετεροχρονισμένα (μετά την πάροδο πέντε μηνών), ενώ συγχρόνως τους παρέχεται επιπλέον διάστημα ενός μηνός για την τακτοποίηση των υποχρεώσεών τους. Eτσι, επισημαίνει στις εφορίες ότι η ρύθμιση για τον αυτοέλεγχο των επιτηδευματιών στοχεύει στην απλοποίηση των διαδικασιών για τους υπόχρεους, στη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του φορολογικού συστήματος και του αντιπαραγωγικού χρόνου των υπόχρεων (μη προσέλευση στη ΔΟΥ για τον έλεγχο των επιχειρήσεων) και βέβαια στη συνέχιση της είσπραξης των χρεών και του ελέγχου υποβολής δηλώσεων εν γένει, μέτρο, την αναγκαιότητα του οποίου πιστεύουμε ότι κατανοούν όλοι. Ως εκ τούτου, τυχόν διαφορετική αντιμετώπιση για τους συγκεκριμένους επιτηδευματίες, πέραν του ότι στερείται νομικού ερείσματος, θα συνιστούσε αντισυνταγματική και άνιση μεταχείριση των φορολογουμένων.
Εξπρές 28/03/09