ΕΡΤ

Η Γενιά των 700 ευρώ

ΕΓΣΣΕ 2008-2009: Μήπως ήρθε η ώρα για Εθνικό Κατώτατο Μισθό;

Σύμφωνα με τη νέα διετή Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ 2008-2009), στην οποία κατέληξαν χθες ΓΣΕΕ και εργοδοτικοί φορείς, οι μηνιαίες κατώτατες αποδοχές των μισθωτών σε ενάμιση χρόνο από σήμερα (1/1/2009) θα ανέλθουν στα 740 ευρώ.

Η αύξηση θα λάβει χώρα ανά οκτάμηνο και έχει ως εξής:

- 3,45% αναδρομικά από 1 Ιανουαρίου 2008 με τις μηνιαίες κατώτατες αποδοχές να διαμορφώνονται στα 681 ευρώ

- 3% από 1 Σεπτεμβρίου 2008 με τις μηνιαίες κατώτατες αποδοχές να διαμορφώνονται στα 701 ευρώ

- 5,5% από 1 Μαΐου 2009 με τις μηνιαίες κατώτατες αποδοχές να διαμορφώνονται στα 740 ευρώ

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, το 2008, η αύξηση των κατώτατων μηνιαίων μικτών μισθών στον ιδιωτικό τομέα υπολογίζεται ότι θα είναι 4,45%, δηλαδή λίγο υψηλότερα από τον πληθωρισμό.

Σωρευτικά, δηλαδή μέχρι τον Μάιο του 2009, η αύξηση των μισθών υπολογίζεται στο 12,4%, με το κατώτατο ημερομίσθιο να ανέρχεται στα 33,04 το 2009, από 29,29 ευρώ, και τις μικτές ετήσιες κατώτατες αποδοχές στα 10.185 ευρώ από 9.066 ευρώ το 2007.

Αναμφίβολα, η κατάληξη της διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε συνδικάτα και επιχειρηματίες είναι θετικότερη απ’ ότι περιμέναμε.

Παρόλα αυτά, υπολείπεται κατά πολύ από το επιθυμητό και κατά την άποψη μας ρεαλιστικό και εφικτό σενάριο.

Στην Ελλάδα οι θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας είναι συχνά επισφαλείς και κακοπληρωμένες με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σταδιακά μια κατηγορία φτωχών εργαζόμενων μισθωτών, κυρίως ανειδίκευτων αλλά και ηλικιακά νέων και νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας.

Το πρόβλημα διογκώνεται, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε σχέση με το παρελθόν οι δυνατότητες κοινωνικής ανόδου έχουν εξατομικευτεί, με τους παραδοσιακούς θεσμούς κοινωνικής εξασφάλισης να έχουν εξασθενήσει και την περίφημη «ελληνική οικογένεια» να δυσκολεύεται πλέον να αναπληρώνει τα πάντα.

Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι από το 1990 και μέχρι το 2006, το χάσμα ανάμεσα σε μέσο μικτό μισθό και κατώτατες αποδοχές διαρκώς διευρύνεται: έτσι οι κατώτατες μηνιαίες αποδοχές από περίπου 52% του μέσου μισθού που ήταν το 1990 έπεσαν περίπου στο 42% το 2006.

Η πολιτεία πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της.

Το υπάρχον σύστημα διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε συνδικάτα και επιχειρηματίες δεν είναι σε θέση να αποτρέψει τη συνεχή αύξηση ενός κακοπληρωμένου τμήματος των μισθωτών.


Η κοινωνική συνοχή και τα συμφέροντα των νέων εργαζόμενων, ειδικά των πολύ νέων και των ανειδίκευτων, δεν προάγονται με την υπάρχουσα πολιτική διαμόρφωσης των κατώτατων μισθών.


Δεν χωρά αμφιβολία, και ετούτο αποτελεί θέση της G700, ότι η γνώση και οι αυξημένες δεξιότητες αποτελούν τη μόνη πραγματική διέξοδο για κάθε εργαζόμενο. Παρόλα αυτά η προοπτική του να γίνει κάποιος "εργάτης της γνώσης", δεν συνιστά ρεαλιστική δυνατότητα για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Πρέπει συνεπώς να υπάρξει μια πολιτική εισοδηματικής στήριξης των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα που βρίσκονται στον πάτο.

Στο πνεύμα της Κοινωνικής Χάρτας της ΕΕ περί δίκαιων αμοιβών, ζητάμε μία νέα εθνική πολιτική για τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα.


Συγκεκριμένα προτείνουμε τη θεσμοθέτηση Εθνικού Κατώτατου Μισθού (ΕΚΜ), ο οποίος θα προσδιορίζεται κάθε χρόνο από το κράτος στη λογική ενός ελάχιστου μισθολογικού κανόνα που θα αντιστοιχεί στο 50% του εθνικού μέσου μισθού. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα, με μέσες μηνιαίες μικτές αποδοχές στα 1501 ευρώ, ο ΕΚΜ θα έπρεπε να διαμορφωθεί στα 749,5 ευρώ (νούμερα 2006).

Θεωρούμε την πρότασή μας ρεαλιστικότατη, δεδομένου ότι την τετραετία 2004-2008 έχουν ληφθεί αρκετά μέτρα ελάφρυνσης των επιχειρήσεων από φορολογικά βάρη, ενώ στο εγγύς μέλλον αναμένεται περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας μέσα από την προώθηση της «ευελφάλειας» (flexicurity), αλλά και μέτρων εκσυγχρονισμού του κράτους μέσα από την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών και τη μείωση της γραφειοκρατίας.

Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει σαφές ότι, αν η κυβέρνηση και οι οικονομολόγοι της πιστεύουν ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο τρέφεται ο πληθωρισμός, τότε ας αναζητήσουν τη λύση στις περικοπές των χαριστικών ρυθμίσεων αποδοχών στον ευρύτερο δημόσιο και παρα-δημόσιο τομέα, όπως οι πλασματικές υπερωρίες, τα αλλοπρόσαλλα επιδόματα απόδοσης, και οι αυτόματες αναπροσαρμογές αμοιβών των διάφορων κλειστών επαγγελμάτων.

Η συγκριτική εμπειρία δείχνει ότι σε χώρες όπως για παράδειγμα η Βρετανία, όπου θεσπίστηκε Εθνικός Κατώτατος Μισθός (ΕΚΜ) δεν υπήρξε καμία αρνητική επίπτωση ούτε στην ανάπτυξη ούτε στην απασχόληση.

Είναι πεποίθησή μας ότι το μέλλον της απασχόλησης και της υψηλής ανταγωνιστικότητας δεν βρίσκεται στους χαμηλούς μισθούς και τις πενιχρές αποδοχές των εργαζομένων. Αντιθέτως, η κοινωνική συνοχή επηρεάζεται άμεσα από τη δυνατότητα ενός μισθωτού να διασφαλίζει γι’ αυτόν και την οικογένειά του ένα ικανοποιητικό επίπεδο οικονομικής αυτονομίας και διαβίωσης.